Τρίτη 30 Ιουνίου 2009

Περί Έρωτα.


Υπάρχει συχνά η αντίληψη πως ο έρωτας δουλεύει με την ενέργεια, την τύχη, τη συμφωνία χαρακτήρων. Όλα αυτά παίζουν σημαντικό ρόλο, αλλά μελετώντας κάποια στοιχεία του έρωτα στη δική μας κοινωνία, βρίσκω κάτι άλλο σαν το πιο βασικό, και αυτό δεν είναι τόσο η ειλικρίνεια, παρά το ειλικρινές ενδιαφέρον.


Ας δώσουμε όμως πρώτα ένα αρχικό ορισμό για να μιλούμε σε κοινή βάση για το τι θα πει έρωτας. Έρωτας είναι η σωματική και ψυχική ακατέργαστη έλξη που γεννιέται σε διάφορες περιστάσεις στη ζωή μας (ακόμα και σε ήδη υπάρχουσες σχέσεις, σεξουαλικές και άλλες), πιο γνώριμη στις πρώτες γνωριμίες ατόμων προερχόμενων από αντίθετο φύλο.


Έκανα ένα μικρό γκάλοπ (μη επιστημονικό) σε Λευκωσία, Λάρνακα, Φρανκφούρτη και Βερολίνο (κυρίως μπαρ και πανεπιστήμια) ρωτώντας τον κόσμο (3/4 περίπου γυναίκες μεταξύ 18 και 30 χρονών) μερικές συνηθισμένες ερωτήσεις για τις ερωτικές τους εμπειρίες και για τις ιδέες που είχαν στην εφηβεία που αφορούν το συναίσθημα της ψυχικής ένωσης και εμπιστοσύνης. Τελικά οι ερωτικές τους εμπειρίες δεν συνάδουν με τις ιδέες που είχαν νεότεροι, ούτε όμως και με τις ιδέες που έχουν τώρα (οι περισσότεροι το παραδέχτηκαν στην συζήτηση).


Φαίνεται πως μεγάλο μέρος του πληθυσμού πάσχει από μια συνεχή ανασφάλεια, έτσι τα άτομα που μας κάνουν να νιώθουμε ασφαλείς αρχίζουμε να τα ερωτευόμαστε. Εδώ υπάρχει η πιθανότητα να οδηγηθούμε στην εξάρτηση.


Η ασφάλεια όμως είναι αντιληφθείσα διαφορετικά από άτομο σε άτομο, ανάλογα με τις προτεραιότητες του καθενός. Για κάποιους είναι αρκετή η σωματική ασφάλεια (γυναίκες που ζητούν μπρατσαράδες), για άλλους η οικονομική (σώγαμπρος και προικοθήρας που λένε και τα Ημιζ), για άλλους η αίσθηση του ανήκειν, η αίσθηση της λειτουργικότητας ή απλά η αίσθηση της δημιουργικότητας, ελευθερίας, δικαιοσύνης και αυτογνωσίας.


Μαθαίνοντας την άποψη μερικών ανθρώπων, κατάλαβα πως, σε μια μερικώς αποξενωμένη κοινωνία σαν την Ευρωπαϊκή, το αντίθετο φύλλο (μιλώντας και για τα δύο) εκτιμά την επιθυμία και προσπάθεια για επικοινωνία, παρά οτιδήποτε άλλο. Επικοινωνία δε σημαίνει όμως απλά την μεταφορά υπαρχόντων πληροφοριών μέσω μηνυμάτων, αλλά δημιουργικότητα και απαίτηση επικοινωνίας από το άλλο πρόσωπο. Με άλλα λόγια, η απλή περιγραφή της κοινωνικής ζωής του ατόμου δεν είναι αρκετή. Ο κόσμος θέλει παιχνίδι. Η αμεσότητα δεν είναι καλή επικοινωνία, αλλά είναι απλή επικοινωνία με σκοπό την αποφυγή λαθών (ευθυνοφοβία).


Ποιο είναι το κύριο όπλο στη γνωριμία τελικά; Η απουσία του φόβου, η καλή θέληση (που δεν συμβαδίζει με την λαγνεία), η αναγνώριση του εαυτού μας στο πρόσωπο του άλλου και σαν επακόλουθο και η φροντίδα του άλλου.


Στη τελική ο χριστιανισμός δε βασίζεται σε λάθος αρχές, αφού περιλαμβάνει τα πιο πάνω. Ο φόβος δεν ανήκει στο χριστιανισμό, αλλά στον «αρχιεπισκοπισμό-παπισμό», στην εκκλησία και στο μεσαίωνα. Κανένας φόβος, ούτε ο φόβος για σεξ, είναι και αυτό μια φυσιολογική λειτουργία.


Αυτά τα λίγα περί έρωτα. Η αγάπη είναι πιο μεγάλο θέμα και απαιτεί περισσότερη καλλιέργεια, όχι μόνο στη σχέση, αλλά πρώτα στον ίδιο μας τον εαυτό. Ίσως κάποια άλλη στιγμή κάνω τον κόπο να ασχοληθώ και με αυτό το θέμα, αν και θεωρώ πως είναι δύσκολο να ασχοληθώ αν δεν περάσω τουλάχιστον δέκα χρόνια σχέσης.


Make love, not war!

Τρίτη 16 Ιουνίου 2009

Μετά λύπης πολύ καλή ταινία!

Μετά λύπης πολύ καλή ταινία: Sonyc !

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2009

Κοινωνιολογική ανάλυση μπροστά σε ένα ψυγείο.

Η δροσιά του ψυγείου στο πρόσωπο μου είναι η πρώτη αίσθηση που νιώθω όταν το ανοίγω. Κατακλύζομαι από χρώματα, μαγεύομαι στη φαντασία της δροσιά αυτής στο στόμα μου, ξεδιψώντας επιτέλους από τον καλοκαιρινό δαίμονα που καίει το σώμα μου.

Ονειροπαγίδα στερεοτύπων πορώνει την γλώσσα και τον ουρανίσκο, οπτικό ξεδίψασμα σε μια πανδαισία ξαλάφρωσης του καταπονημένου από το στεγνό κολλώδες σάλιο στόματος μου.

Μετά ξύπνησα. Κατάλαβα πως βρίσκομαι στην κόλαση, εκεί που σε εθίζουν σε οπτικές ιδέες και χρώματα κουτιών που σου θυμίζουν δροσιά, μα δεν σε δροσίζουν. Και ψάχνω στο ψυγείο να βρω την αλήθεια, μια αλήθεια που κρύβεται κάτω χαμηλά, στη γωνιά του ψυγείου.

Το νερό, σύμβολο αγνότητας για πολλές κουλτούρες, όπως και στη δική μας παλαιότερα. Η αγνότητα αυτή που την έβλεπες στο ρυάκι και την ζητούσες ακόμα και αν δεν διψούσες, τώρα βρίσκεται έτοιμη στα χέρια μας χωρίς τις δυσκολίες του παρελθόντος και εμείς διαλέγουμε τα χρώματα των άλλων συσκευασιών.

Τι θα ‘λεγε ο προ- προ-παππούς μου αν ερχόταν ξαφνικά στην καθημερινότητα μας; Πόσο παράξενο θα του φαινόταν το ψυγείο;

Δυστυχώς δεν είναι μόνο αυτό, είναι πλέον ο τρόπος που ζούμε, ένας τρόπος εξαρτήσεων στο κοινωνικό φαινόμενο της μαζικής εξάρτησης και της φανταστικής ελευθερίας.

Από το νερό στη γωνιά του ψυγείου, μέχρι τα μπιφτέκια των μεγάλων αλυσίδων φαγητού, στα κλιματιστικά, τα κινητά, τις τηλεοράσεις, ακόμα και στον υπολογιστή που χειρίζομαι αυτή τη στιγμή.

«Χειρίζομαι», περίεργη λέξη. Ποιος χειρίζεται ποιον; Απ’ όσα γνωρίζω εγώ εξαρτώμαι από αυτόν για τις διάφορες εργασίες που πρέπει ή θέλω να τελειώσω και δουλεύω μόνο με το δικό του πρόγραμμα, τον δικό του ψυχρό τρόπο επικοινωνίας. Όπως ακριβώς μεγάλωσα, απέναντι από μια οθόνη που δεν είναι σε θέση να καταλάβει τις δικές μου ανάγκες, αλλά μόνο να μου δείξει αυτά που θέλει μέσα από σειρές και εκπομπές.


Έτσι μάθαμε και εμείς να επικοινωνούμε, ψυχρά, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μας «γιατί όχι, μου αξίζει». Όχι, δε σου αξίζει τίποτα. Όπως εγώ, έτσι κ’ εσύ είσαι δημιούργημα της φύσης που σου αξίζουν μόνο όσα υπάρχουν ή ανέπτυξες μέσα σου, γιατί μόνο ο εσωτερικός σου κόσμος είναι δικός σου, τα υπόλοιπα ανήκουν στη φύση.

Η φύση δεν δημιούργησε όλα αυτά που βλέπουμε, αλλά τα αρχικά τους υλικά ήταν και θα είναι δικά της. Όπως ακριβώς και το εσωτερικό όλων εκείνων των συσκευασιών ποτών, καφέδων, αναψυκτικών και χυμών που βρίσκονται στο ψυγείο του περιπτέρου της γειτονιάς σου.


Τελικά πόσο κοντά είμαστε στην φύση; Αν, υποθετικά, το εσωτερικό του ψυγείου εκείνου είναι μια μικρογραφία της σημερινής πραγματικότητας (και είναι), τότε το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν με αγνότητα είναι τόσο όσο και το νερό του ψυγείου. Ακόμα και τότε όμως, οι άνθρωποι βρίσκονται σε μπουκάλια, σε μια ξεχωριστή πλευρά του ψυγείου. Ναι, σε ψυγείο. Χωρίς πραγματική εξέλιξη, απλά συντήρηση.

Νιώθω μόνος στη γωνιά ενός ψυγείου. Καταναλώστε με, να νιώσω πως δεν ήρθα άδικα σ’ αυτή την ζωή.

Τρίτη 9 Ιουνίου 2009

Το πλάσμα του υπονόμου.

Μια ζεστή υγρή νύχτα του καλοκαιριού, καθώς περπατούσα από την παραλία στο σπίτι μου, άκουσα ένα περίεργο θόρυβο. Στην αρχή δεν ήμουν σίγουρος αν ήταν της φαντασίας μου, όμως μετά κατάλαβα ότι ήταν πραγματικότητα. Είδα κατσαρίδες και άλλα περίεργα έντομα να βγαίνουν από την άκρη του δρόμου λες και φοβόντουσαν κάτι.

Έτρεξα μακριά, αφού τέτοιου είδους έντομα με αηδιάζουν. Όταν όμως άκουσα μια περίεργη τρομαχτική, αλλά και τρομαγμένη φωνή κοντοστάθηκα. Δεν κατάλαβα τι είπε, μα σίγουρα ερχόταν από τον υπόνομο. Κόντεψα κρατώντας την ανάσα μου.

Τότε ήταν που παρατήρησα κάτι να με κοιτάζει ελπιδοφόρα απ’ τον υπόνομο. «Τι θες;», φώναξα. «Ποιος είσαι»; «Πολλές απορίες έχεις» μου αποκρίνεται. Δεν φοβόμουν τόσο πλέον, γιατί υπολόγιζα πως είναι κάποιος που θέλει απλά να μου κάνει πλάκα. «Κ’ εσύ πολλές απαντήσεις» του είπα.

-Είμαι το χαμένο σου μυαλό που έψαχνες τόσα χρόνια να με βρεις.
-Και που ήσουν τόσα χρόνια;
-Ήμουν μπροστά στα μάτια σου, μα εσύ έβλεπες πίσω.
-Και τώρα που βρίσκεσαι;
-Εκεί που με πέταξες, στον υπόνομο.
-Εγώ σε πέταξα στον υπόνομο; Εσύ ήσουν το μυαλό, εσύ έπρεπε να το σκεφτείς!
-Εγώ κάνω τις σκέψεις, εσύ όμως παίρνεις τις αποφάσεις.
-Καλά, πάω σπίτι, καληνύχτα.
-Θα με αφήσεις εδώ;
-Μα δε βρίσκεσαι εδώ, βρίσκεσαι στο μυαλό μου. Έτσι δεν είπες;
-Όχι, είπα πως με πέταξες στον υπόνομο!
-Καλά, καληνύχτα.

Μια βδομάδα αργότερα, βράδυ πάλι, άκουσα την ίδια φωνή να με φωνάζει. Αυτή την φορά ήταν πιο τρομαγμένη από ποτέ. «Γιατί με σκοτώνεις; Τι σου έκανα;» Φοβήθηκα και έψαξα να δω τι συμβαίνει, δεν υπήρχε όμως κανένας στο δρόμο.

-Που είσαι, δε σε βλέπω;
-Εδώ που με άφησες, στον υπόνομο!

Τρομοκρατήθηκα και έτρεξα, παντού όμως άκουγα τη φωνή του.

-Σε παρακαλώ, μην με αφήνεις! Είσαι η τελευταία μου ελπίδα!
-Ποιος είσαι; Παρουσιάσου!
-Είμαι ότι έχασες και ψάχνεις, ότι ζητάς και το μισείς. Είμαι το μέρος του εαυτού σου που φοβάσαι, πρέπει όμως να με δεχτείς ή να με πολεμήσεις.
-Τι φοβάμαι; Τι έχασα; Τι ψάχνω; Τι ζητώ; Τι μισώ;
-Τον απόλυτο εαυτό σου, τη ζωή σου σε μια παράλληλη διάσταση, τη διάσταση του «Έξω».
-Άρχισες να με τρομάζεις.
-Είναι εγώ που σε τρομάζω ή τρομάζεις επειδή το επέλεξες;
-Το επέλεξα επειδή δεν ξέρω τι που βρίσκεσαι και όσο λιγότερα ξέρω τόσο νιώθω πως κινδυνεύω.
-Μα εσύ δεν ήσουν που έτρεξες να φύγεις μακριά μου; Τώρα θες να μάθεις που βρίσκομαι; Για ψάξε καλά να δούμε αν θα με βρεις.

Άρχισα να ψάχνω παντού χωρίς αποτέλεσμα. Του φώναξα και δεν απάντησε, έτσι κ’ εγώ άρχισα να περπατώ προς το σπίτι μου. Άκουγα ήχους, μα διάλεξα να τους αγνοήσω, μέχρι την επόμενη φορά φυσικά.

-Θα εμφανιστώ αλλά μην τρομάξεις.
-Πες μου πως μοιάζεις για να μην φοβηθώ.
-Είμαι η μεγαλύτερη σου δύναμη κι ο μεγαλύτερος σου φόβος. Γ’ αυτό με μισείς.
-Μα δεν μου έκανες τίποτα!
-Όχι, δεν σου έκανα τίποτα. Ήταν οι επιλογές σου.
-Τι εννοείς;

Τότε εμφανίστηκε μπροστά μου μια καφέ κατσαρίδα στο μέγεθος σκύλου με τεράστιες κεραίες. Ήταν το πιο αηδιαστικό πλάσμα που είδα ποτέ μου.

Δεν ήξερα αν θα έπρεπε να τρέξω, αφού αν με ήθελε θα μπορούσε να με αρπάξει με ένα πέταγμα. Τότε πάγωσα στις σκέψεις μου και δεν αντέδρασα, ούτε μίλησα. Έκανε μερικά βήματα μπροστά και με την γνώριμη βραχνή φωνή που συζητούσα μου λέει: «Αποφάσισες τι θα κάνεις; Θα με αντιμετωπίσεις ή θα τρέξεις να κρυφτείς;»

Τότε κατάλαβα, δεν υπήρχε πριν, δεν υπήρχε αύριο, υπήρχε μόνο τώρα και το τώρα πρόσταζε δράση. Της λέω «Ότι θέλεις κάνε, εγώ όμως δεν θα τρέξω». Έπιασα ένα σκουπόξυλο που βρισκόταν στην άκρη ενός κτιρίου και συνέχισα «Θα με αντιμετωπίσεις ή θα τρέξεις;»

-«Εγώ», μου λέει, «είμαι μια πράξη στην ιστορία σου. Δεν μπορώ να φύγω από εσένα, μόνο εσύ μπορείς να φύγεις από εμένα»
-Τότε θα σε πολεμήσω.
-Μα αφού πιστεύεις πως τα προβλήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς πολέμους. Τώρα γιατί πολεμάς;

Πολεμούσα για την πραγματικότητα μου. Πολεμούσα γ’ αυτό που μισώ. Πολεμούσα γ’ αυτό που φοβάμαι. Πολεμούσα, γ’ αυτό έχασα.

Τώρα έμαθα. Ο μόνος που μπορώ να πολεμήσω είναι ο εαυτός μου. Τα υπόλοιπα είναι ψέμα.

Σάββατο 6 Ιουνίου 2009

Ψήφος ή αποχή;

Η πολιτική συνείδηση του Κύπριου πολίτη και άλλων Ευρωπαίων κοινών πολιτών (ο πολίτης αυτός που δεν συσχετίζεται με τα μεγάλα κόμματα προσωπικά ή πελατειακά) αδυνατεί. Μήπως πρέπει να σκεφτούμε τον λόγο;

Ο λόγος μόνο ένας μπορεί να είναι: Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει την επιρροή που έχει μέσω των κομμάτων στην κοινωνία δεν και στην καλυτέρευση των συνθηκών της ζωής του. Γιατί άραγε;

Έχω μερικές απαντήσεις. Δεν κρατεί σωστή επικοινωνία με την πολιτική ούτως ώστε να καταλαβαίνει τι συμβαίνει, ότι συμβαίνει δεν τον επηρεάζει στην καθημερινότητα του, παίρνει το εκλογικό του δικαίωμα σαν δεδομένο, δεν έχει πραγματική επιρροή στη εξουσία, βρίσκει την ζωή του να είναι σε σημείο που να μην χρειάζεται προστασία ή να επιλέγει την αυτοπροστασία, δεν υπάρχει κόμμα που να τον αντιπροσωπεύει ή δεν τον αντιπροσωπεύει το σύστημα και προσπαθεί να δείξει την αντίδραση του.

Προσωπικά ψηφίζω κάποιο συγκεκριμένο κόμμα, όμως καταλαβαίνω απόλυτα αυτούς που δεν θέλουν να το κάνουν. Μέσα μου έχω την πίστη πως οι πολιτικοί μας θέλουν μέρος του καλού μας και με τον σωστό χειρισμό μπορούμε να τους οδηγήσουμε σ’ αυτά που έχουμε ανάγκη. Επίσης πιστεύω πως στην κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας δε μπορούμε να ζήσουμε χωρίς κάποιες μορφές εξουσίας και χρειαζόμαστε αρκετό καιρό για να μάθουμε να ζούμε χωρίς αυτή (κάποια στιγμή ελπίζω να πετύχει). Πρέπει πρώτα να μειωθεί η θέληση μας να εξουσιάζουμε και μετά να καταργήσουμε τις θέσεις που μας εξουσιάζουν (χωρίς εξουσία πως θα λειτουργούσαν οι εθνικιστικές οργανώσεις της χώρας μας;).

Η αποχή της ψήφου μου έχασε φέτος, ίσως όμως κερδίσει του χρόνου. Το δίλημμα ήταν μεγάλο και το κύριο επιχείρημα της αμφιβολίας μου αυτό: Η κοινωνία μας έχει κάνει ένα φαύλο κύκλο εξουσίας για να νιώθει πως κάθε πολίτης της εξουσιάζει. Και όντως, κάθε πολίτης της εξουσιάζει εις βάρος του κατώτερου σε μια συνεχόμενη ανάπτυξη της εκμετάλλευσης και της εξάρτησης. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Αντιλαμβάνεστε ότι το εσωτερικό σύστημα λειτουργίας της κοινωνίας μας είναι απλά ένα μέρος της εξουσίας. Παρόμοιο σύστημα λειτουργεί ολόκληρο τον πλανήτη. Οι επιρροές που δεχόμαστε από αυτό δεν είναι λίγες, αφού συνδεόμαστε με πολλές χώρες επιχειρησιακά (ξένες εταιρίες στην Κύπρο, εισαγωγές προϊόντων από Κυπριακές επιχειρήσεις από χώρες του εξωτερικού, «εισαγωγές» εργατικού δυναμικού από ξένες χώρες, προσωπικές παραγγελίες από το εξωτερικό μέσω διαδικτύου κτλ), νομικά (παγκόσμιες ή ευρωπαϊκές νομοθεσίες, συμφωνίες Κύπρου με ξένες χώρες, αντιγραφές ξένων συστημάτων στην Κύπρο κτλ) και σε άλλες μορφές σύνδεσης λιγότερο εμφανείς ή πιο γενικές που συμπεριλαμβάνονται στις πιο πάνω κατηγορίες (π.χ. επιστημονικά και συναισθηματικά –αν έχω συγγενείς στην Αγγλία, θέλω η Αγγλία να είναι αρκετά ανεπτυγμένη-). Δεν θα αναλύσω τους πιο πάνω εξωγενείς παράγοντες, όχι επειδή δεν είναι σημαντικοί (αντιθέτως), αλλά επειδή μοιάζουν αρκετά με το εσωτερικό σύστημα λειτουργίας μας του οποίου μπορούμε να καταλάβουμε την λειτουργία με δύο ερωτήσεις: «Ποιος εξουσιάζει;» και «Ποιον εξουσιάζει». Το «Πώς» διαφέρει από περίσταση σε περίσταση, ενώ όταν απαντηθούν οι πιο πάνω ερωτήσεις δεν θα είναι καθόλου δύσκολο να απαντηθεί και το «Πως» (σε μεταγενέστερα άρθρα θα απαντήσω και το πως μπορούμε να επιφέρουμε την απαιτούμενη αλλαγή).



Για να μην τα πολυλογώ έχω φτιάξει ένα σχεδιάγραμμα με τις διαφορετικές εξουσίες. Παρατηρήστε ποια θέση απ’ όλες έχει την περισσότερη εξουσία και ποια θέση την δέχεται. Οι μεγάλες επιχειρήσεις (που σχεδόν πάντα συμπεριλαμβάνουν ξένα συμφέροντα) εξουσιάζουν τα πάντα, ενώ τα πάντα εξουσιάζουν τον πολίτη όλα αυτά με κοινό γνώμονα επικοινωνίας, το χρήμα. Εξ άλλου, οι επιχειρήσεις έχουν την εξουσία που κατέχουν λόγω του χρήματος.

Ας πάμε μερικά χρόνια πίσω, στο φεουδαρχικό σύστημα που τόσο πολύ θέλαμε να σταματήσουμε (με το δίκιο μας), που ήταν όμως καλύτερο από το σημερινό σύστημα που ζούμε. Ο τρόπος εξουσίας ήταν περίπου ο ίδιος, μόνο που αντί το χρήμα υπήρχε το φέουδο (οι σημερινές ανέσεις δεν οφείλονται στο σύστημα, αλλά στην εξέλιξη της τεχνολογίας). Το φέουδο δεν είναι ένα οποιοδήποτε κομμάτι γης, αλλά το γόνιμο κομμάτι γης στο οποίο δούλευε ο κοινός πολίτης. Ο κόσμος ήταν εξαρτώμενος από αυτό και τον τρόπο ζωής που θα του επέτρεπε να δουλέψει εκεί (ταπεινότητα στην εξουσία – συχνά δουλεία). Όπως ακριβώς και σήμερα, μόνο που οι απαιτήσεις (όπως και τα δικαιώματα) ήταν λιγότερες.

Σήμερα για βρει κάποιος δουλειά πρέπει να γίνει δούλος της κατανάλωσης και κατ’ επέκταση του χρήματος, δηλαδή του συστήματος. Αν κάποιος πάει δουλειά και δεν έχει τα απαραίτητα (σπουδές –έστω και χαμηλότερης εκπαίδευσης-, σωστό ντύσιμο, σωστές γνωριμίες κτλ), τότε ή χάνει την δουλειά ή γίνεται το άτομο που του φορτώνονται όλες οι απαιτήσεις και τα κουτσοδούλεια και αναρωτιέται τι έκανε για να αξίζει τέτοια ζωή. Δεν έγινες θύμα του συστήματος φίλε, θα γίνεις θύμα χειρότερης εκμετάλλευσης (δουλεία, πορνεία, κακή εργασία όπως αυτή των παρανόμων μεταναστών κτλ).

Όσοι βλέπουν αυτή την κατάσταση ή καταλαβαίνουν την σοβαρότητα της χωρίς να καταλαβαίνουν την κατάσταση αυτή-καθαυτή έχουν λόγο να απέχουν από τις όποιες εκλογές του συστήματος, μόνο έτσι θα μειώσουν την ευθύνη που τους αναλογεί. Σκεπτόμενος όμως ποια ψήφος θα οδηγούσε γρηγορότερα στην βάση που θεωρώ πως μπορεί να προετοιμάσει την κοινωνία που ζητώ, τότε επιλέγω να ψηφίσω και παρασύρω μαζί μου όσους μπορώ.

Ποια είναι η σωστή βάση; Αυτή που θα κάνει τον κόσμο να αντιληφθεί καλύτερα την πραγματικότητα και να σκεφτεί λύσεις για τα ηθικά του προβλήματα, όχι μόνο τα προβλήματα της καθημερινότητας του. Ψηφίστε το κόμμα που θα ενημερώσει καλύτερα τον κόσμο ή το κόμμα που θα δημιουργήσει την μεγαλύτερη αντίδραση.
Εγώ διαλέγω το πρώτο, γιατί ίσως έτσι οδηγηθούμε σε μια πιο ηθική μεταρρυθμιστική αλλαγή (στη κοινωνιολογία = αλλαγή μέσω επικοινωνίας) παρά σε μια επαναστατική αλλαγή (στη κοινωνιολογία = μέσω σύγκρουσης ομάδων ανθρώπων). Ακόμα και να είναι επαναστατική η αλλαγή όμως, προτιμώ το κόμμα που θα ενημερώσει το κοινό καλύτερα, έτσι ώστε να ξέρει ο πολίτης τις δυνάμεις και αδυναμίες του συστήματος και της κυβέρνησης.

Η ψήφος είναι αλλαγή και δύναμη στα χέρια όλων, ακόμα και αυτών που δεν πιστεύουν στο σύστημα.